Παρασκευή 18 Μαρτίου 7.00μμ Μικρόπολις Bενιζέλου & Βασ Ηρακλείου 18
Εκδήλωση: Αντί για Δημοκρατία, εταιρία.
Τα κοινωνικά αγαθά ως οι νέες αγορές.
Εισήγηση: άλλη δημοκρατία
Ομιλητές:
Βάννα Ζαφειροπούλου , δικηγόρος
Πέτρος Μουρέλος , κοινωνιολόγος
Παρέμβαση: Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης για την κοινωνική υπεράσπιση του σιδηροδρόμου.
Σάββατο 19 Μαρτίου 12.30μμ συγκέντρωση στην πλατεία ΟΣΕ
Κάλεσμα Υποδοχής της δράσης – πορεία στην πλατεία του σταθμού ΟΣΕ:
“επιβίβαση στην Αμαξοστοιχία και Σιδηροδρομική πορεία με αφετηρία την Φλώρινα και τέ ρμα το σταθμό της Θεσσαλονίκης”
Δευτέρα 21 Μαρτίου 7.00μμ στο Μικρόπολις Bενιζέλου & Βασ Ηρακλείου 18
1η Ανοιχτή Συνάντηση Κατοίκων Κέντρου για την υπεράσπιση των κοινωνικών αγαθών
Παραθέτουμε και την εισήγηση της άλλης δημοκρατίας για την Εκδήλωση στις 18/3, στο Μικρόπολις
Αντί Δημοκρατία, εταιρία.
Τα κοινωνικά αγαθά ως οι νέες αγορές.
Την διάσταση που το ελληνικό κράτος καταλαμβάνει μέσα στο χώρο της ελληνικής κοινωνίας, μπορούμε να την διακρίνουμε μέσα από τα λόγια της – καθόλα αρμόδιας για το θέμα αυτό – οικογένειας Μητσοτάκη. Από την ρήση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη προς τους αστυνομικούς «το κράτος είστε εσείς», στην πρόσφατη ρήση της Ντόρας Μπακογιάννη «είμαστε με τους ιδιώτες», διαγράφεται το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, ως μηχανισμός καταστολής από την μία και ως κυβέρνηση επιχειρηματικών ελίτ από την άλλη.
Το πολιτικό σύστημα κυριαρχείται από καπιταλιστικές δυνάμεις και αναμφίβολα υπόκειται σε πεδίο αντιπαράθεσης επιχειρηματικών συμφερόντων. Ποια είναι ακριβώς η σχέση επιρροής των δυνάμεων των αγορών με το κράτος και γιατί συμβαίνει τώρα η πλήρης ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών αγαθών και όχι πρωτύτερα; Ποια η σχέση της κρίσης με αυτή την επιλογή;
Είτε είναι αποτέλεσμα της κρίσης, για να δοθεί λύση στα αδιέξοδα του καπιταλισμού, είτε η κρίση είναι η αφορμή για την εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών και την επίτευξη νέων αγορών μέσα στον ευρωπαϊκό χώρο, το αποτέλεσμα για τις κοινωνίες παραμένει το ίδιο.
Ο καπιταλισμός βρισκότανε σε ένα συμβιβασμό με το κράτος στον προηγούμενο αιώνα και δεν διεκδικούσε την ένταξη των κοινωνικών αγαθών όπως υγεία, παιδεία στις αγορές. Τώρα πια αυτός ο συμβιβασμός, που δημιούργησε και το κράτος πρόνοιας, δεν υφίσταται πλέον και οι αγορές διεκδικούν την πλήρη υπαγωγή των κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών κοινωνικής ωφέλειας στην δυναμική τους. Η διαδικασία αυτή δεν είναι τελείως πρόσφατη καθώς η απαρχές της ξεκινούν με τον Θατσερισμό για την Ευρώπη και την πολιτική Ρήγκαν για τον υπόλοιπο κόσμο – το λεγόμενο αγγλοαμερικανικό μοντέλο ελαχιστοποίησης του κράτους – επιχειρηματία. Η διαφορά αυτών των πολιτικών στην δεκαετία του 80 με το σήμερα είναι ότι τότε υποστηρίχθηκαν μόνο από την ακραία νεοφιλελεύθερη πτέρυγα του πολιτικού συστήματος και είχαν δεχθεί την αντιπολίτευση των σοσιαλδημοκρατών, της αριστεράς και της λαϊκής δεξιά της Ευρώπης, μάλιστα η ίδια η Θάτσερ χαρακτήριζε την πολιτική της ως «συντηρητική επανάσταση». Σήμερα αυτή η πολιτική θεωρείται από όλο το κοινοβουλευτικό πολιτικό σύστημα, εκτός των ορθόδοξων μαρξιστών του ΚΚΕ, ως μονόδρομος. Η ευρωπαϊκή αριστερά δεν πείθει ότι φέρνει σοβαρές διαφωνίες παρά περισσότερο προσχηματικές. Φαινόμενα Κουβέλη – Δαμανάκη & Ανδρουλάκη έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτή την διαπίστωση που λέει ότι η ιδεολογική θέση των αριστερών προσαρμόζεται ανάλογα με την θέση που κατέχουν εντός ή εκτός εξουσίας, επισύρουμε για αυτό το λόγο σοβαρές επιφυλάξεις για το ρόλο τους από την ιταλική ελιά μέχρι τους πράσινους της Ευρώπης και το δικό μας σύριζα.
Γιατί λοιπόν τώρα η ταύτιση του πολιτικού συστήματος με αυτή την πολιτική; Για 3 δεκαετίες παρόλο που κυριαρχούσε η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και ενθαρρυνόταν η απελευθέρωση των αγορών εντούτοις το κράτος διατηρούσε την επιχειρηματικότητα του σε κοινωνικές υπηρεσίες. Γιατί τώρα με φρενήρεις ρυθμούς έχει επιβληθεί το δόγμα του «κράτους υπό εκποίηση»; Ποια η σχέση της κρίσης με αυτό το δόγμα; Τι επιπτώσεις επιφέρει για την κοινωνία η λειτουργία υπό κερδοσκοπικών όρων των υπηρεσιών κοινωνικής ωφέλειας και των κοινωνικών αγαθών και τι αντιστάσεις ή προοπτικές χειραφέτησης μπορούμε να βρούμε από την κατάσταση αυτή, είναι ζητήματα που θέλουμε να μας απασχολήσουν στην εκδήλωση αυτή.
Το τέλος της Ευρώπης, από τον πολίτη στον πελάτη.
Αν θέλουμε από κάπου να πιάσουμε την αρχή του νήματος της εμπορευματοποίησης των κοινωνικών αγαθών αυτό χρονολογικά τολμάμε να το τοποθετήσουμε στην οικονομική κρίση των αρχών του 70. Έως τότε και κυρίως λόγω της εξάρτησης του καπιταλισμού από την αγοραστική και πολιτική δυναμική του εργατικού πληθυσμού, είχε επέλθει συμβιβασμός μεταξύ κράτους και καπιταλισμού, γνωστός ως κευνσιανισμός και το κράτος πρόνοιας κρατούσε τις δημόσιες υπηρεσίες και τα κοινωνικά αγαθά έξω από την σφαίρα της κερδοσκοπίας. Ναι μεν το κράτος λειτουργεί με επιχειρηματικά κριτήρια αλλά η δυνατότητα πίεσης των πολιτών, μια δυνατότητα πολύ πιο άμεση στο κράτος απ’ ότι στις υπερεθνικές εταιρίες, παρείχε ένα μαξιλάρι κοινωνικής ωφέλειας και χρησιμότητας. Αυτό θα το δούμε σε όλα τα παραδείγματα που μπορούμε να σκεφτούμε για δημόσιες υπηρεσίες το πώς ήταν στην κρατική μορφή τους και πως στην εταιρική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι σιδηρόδρομοι της Αγγλίας όπου μετά την ιδιωτικοποίηση τους όχι μόνο ακρίβυναν ως υπηρεσίες, αλλά και η ποιότητα τους χειροτέρεψε σε τέτοιο βαθμό που αυξήθηκαν τα θανατηφόρα σιδηροδρομικά ατυχήματα λόγω κακού σχεδιασμού και συντήρησης. Η αναζήτηση του μέγιστου κέρδους χαμηλώνοντας το κόστος των υπηρεσιών τις υποβάθμιζε σε πολύ μεγάλο βαθμό συγκριτικά με την υπό κρατική εποπτεία τους, γκρεμίζοντας ένα ιδεολόγημα που μας σερβίρεται πολύ τελευταία ότι «οι ιδιώτες ξέρουν καλύτερα». Το παράδειγμα των αγγλικών σιδηροδρόμων θα το ζήσουμε σύντομα και στην χώρα μας σε υπηρεσίες της Ενέργειας με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ , της ΕΥΑΘ στην ποιότητα και τιμή του νερού αλλά και στον ελληνικό ΟΣΕ. Η Κρίση του ’70 άρχισε να αποδυναμώνει το εργατικό κίνημα μεταλλάσσοντας την εργασία σε υπηρεσίες και σπάζοντας σε κομμάτια το βιομηχανικό προλεταριάτο. Οι νέες τεχνολογίες εξασθένησαν ακόμα περισσότερο την ενότητα της εργατικής τάξης και ενδυνάμωσαν περισσότερο το κεφάλαιο. Σταδιακά με την επικράτηση μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της ιδεολογίας περί παγκοσμιοποίησης, διαμορφώθηκαν και νέα κέντρα αγορών και οι αναπτυσσόμενες χώρες παρουσίασαν καταναλωτικό δυναμικό. Σήμερα τα αποτελέσματα αυτής της ανακατανομής του κεφαλαίου και των δυναμικών του έχουν φέρει ενδοκαπιταλιστικές συγκρούσεις τόσο μεταξύ δύσης και ανατολής ( χωρών του BRIC ) αλλά και μέσα στην δύση μεταξύ ΗΠΑ & ΕΕ. Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο χρειάζεται 2 πράγματα για να κρατήσει σε ικανοποιητικά ποσοστά τα κέρδη του και να καταστήσει την Ευρώπη ανταγωνιστική μέσα στο παγκόσμιο παιχνίδι.
α) Την υποβάθμιση της αξίας της εργασίας
β) Την πρόσβαση του σε νέες αγορές.
Για το α) σήμερα δεν θα επιλέξουμε να επεκταθούμε. Βιώνουμε όλοι μας όμως την ήττα της εργατικής αξίας έναντι του κεφαλαίου και αυτό είναι ένας από τους λόγους που το κεφάλαιο ένιωσε την αυτοπεποίθηση να σπάσει τον συμβιβασμό που είχε κάνει με το κράτος στην μεταπολεμική περίοδο και να διεκδικήσει την πρόσβαση των αγορών και στα κοινωνικά αγαθά όπου και αποτελούσαν μέχρι τότε άβατο για το καπιταλιστικό κεφάλαιο. Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία επέτυχε την άρση κάθε διαιτησίας στη μισθοδοσία, δασμών, φόρων και φραγμών στο ελεύθερο εμπόριο από την μεριά του κράτους. Με πιο πολύ αυτοπεποίθηση τώρα υπάγουν τα κοινωνικά αγαθά στην λογική της εμπορευματοποίησης, καθώς οι πολιτικοί υπάλληλοι των κυβερνήσεων βρίσκονται σε πλήρη στοίχιση με τις φιλελεύθερες ιδεολογίες, στην ουσία είναι υπάλληλοι των εταιριών και όχι πολιτικοί.
Η γνήσια αγορά στις οικονομικές θεωρίες των ακαδημαϊκών προϋποθέτει ένα πολύ μεγάλο αριθμό ανταγωνιστικών παραγωγών και ένα πολύ μεγάλο αριθμό έως απεριόριστο που τείνει προς το άπειρο πελατών και σχετικά εύκολες δυνατότητες για την είσοδο νέων παραγωγών.
Η ιδανική αγορά για τους ιδιώτες ή αλλιώς αυτή που δεν διαβάζουμε στα εγχειρίδια του νεοφιλελευθερισμού αλλά βιώνουμε στην πραγματικότητα, προϋποθέτει από τα παραπάνω μόνο την διεκδίκηση του απεριόριστου αριθμού πελατών στην διάθεση όσο λιγότερων, και αν είναι δυνατό ενός σε μορφή ογκόλιθου μονοπωλίου όπως αυτό στην περίπτωση του λογισμικού ή του πετρελαίου.
Στην πραγματικότητα σε αντίθεση με το κράτος επιχειρηματία το οποίο παρέχει υπηρεσίες προς όλους και κυρίως μόνο προς τις χαμηλές τάξεις – συνέπεια ή αποτέλεσμα των χαμηλής ποιότητας υπηρεσιών – ο ιδιώτης εταιρία προσφέρει συνήθως υπηρεσίες και προϊόντα σε πιο περιορισμένους πληθυσμούς ανώτερων οικονομικά τάξεων. Η ανάδυση του καταναλωτισμού προϋπέθετε και την ανάδυση ενός μεγάλου πληθυσμιακά μεσαίου στρώματος με οικονομική ευρωστία – η λεγόμενη μικροαστική τάξη που πολιτικά καταλαμβάνει και το ιδεολόγημα του «μεσαίου χώρου». Η ευρωπαϊκή μεσαία τάξη μπορούσε λοιπόν και ανταποκρινόταν στον καταναλωτισμό και λειτουργούσαν αυτού του είδους οι αγορές. Με την υποβάθμιση της αξίας της εργασίας εν μέσω πολιτικής της κρίσης μειώνεται δραστικά και η καταναλωτική δυναμική των πληθυσμών της Ευρώπης και έχουμε έλλειμμα συσσώρευσης κερδών στις αγορές. Πχ με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), μόνο στο τέλος του α΄ διμήνου του 2011 έχουμε βουτιά στις πωλήσεις των αυτοκινήτων στο 54,5% και από εκτιμήσεις της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου ο έλληνας οδηγός μείωσε στο 2010 την χρήση του αυτοκινήτου κατά 10% αλλά εντούτοις πλήρωσε 25% ακριβότερα καύσιμα. Βρίσκεται λοιπόν εδώ ο καπιταλισμός αντιμέτωπος με ένα πρόβλημα που στην ουσία δημιούργησε ο ίδιος ή καλύτερα η απληστία του. Πως μπορεί να δημιουργεί αγορές σε ένα φτωχό πληθυσμό; Η απάντηση είναι ότι οι αγορές θα έπρεπε να προσανατολιστούν από τα είδη πολυτελείας στα απαραίτητα για την ζωή αγαθά. Έπρεπε οι αγορές να βρουν τρόπο να περιλάβουν στο σύνολο του πληθυσμού αυτό που του είναι απαραίτητο, αυτό χωρίς την κατοχή του οποίου δεν θα μπορεί να ζει. Και αυτή την ιδιότητα την διατηρούν μόνο τα δημόσια κοινωνικά αγαθά.
Η γέννηση ενός παιδιού πχ αποτελεί μια κοινωνική λειτουργία που μέχρι πρότινος θεωρούταν ότι βρίσκεται εκτός των κανόνων της αγοράς. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ποτέ ότι η εγκυμοσύνη το δικαίωμα δηλαδή ενός ζευγαριού να έχει πρόσβαση σε μια υγιή και προστατευόμενη γέννα θα γινόταν με όρους αγοράς; Το κράτος δίνει σε όλους ακόμα και τους πιο αδύναμους οικονομικά την δυνατότητα να έχουν τις έστω ελάχιστης ποιότητας υποδομές και τα νοσοκομεία. Οι κλινικές των ιδιωτών προσφέρουν πολυτέλεια και όχι υποκατάσταση της υπηρεσίας για την κάλυψη αυτής της ζωτικής λειτουργίας. Η γέννηση λοιπόν ενός μέλους της κοινωνίας βρίσκεται θεωρητικά υπό την αιγίδα του κράτους. Φανταστείτε αυτή την σχέση να διαρρηγνύεται προς χάριν των επιχειρηματικών συμφερόντων. Φανταστείτε την αγορά να διεκδικεί την πλήρη εμπορευματοποίηση της μαιευτικής. Φανταστείτε το κράτος να νομοθετεί ότι υποχρεωτικά η εγκυμονούσα θα πρέπει να διακομιστεί στις ιδιωτικές κλινικές και να τιμωρεί με πρόστιμα ή και φυλάκιση όσες μητέρες γενούν σπίτι τους με το πρόσχημα του κινδύνου της δημόσιας υγείας. Φανταστείτε ένα μέλλον όπου όποιο ζευγάρι δεν μπορεί να καλύψει τις οικονομικές απαιτήσεις μιας εισαγωγής γέννας σε ιδιωτική κλινική να είναι αναγκασμένο να βγάζει έξω από τα σχέδια του την προοπτική της απόκτησης ενός παιδιού. Φανταστείτε όλα αυτά και θα φανταστείτε μια ιδανική αγορά στον τομέα της μαιευτικής.
Το νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Ο Εργολάβος στην εξουσία.
Αυτή η κατάσταση πραγμάτων σηματοδοτεί το τέλος κάθε επίφασης δημοκρατικών δικαιωμάτων. Στην τριγωνική σχέση πολίτη, κυβέρνησης, εταιριών. Ο πολίτης συνδέεται με την κυβέρνηση μέσω των εκλογών ως το ύστατο και μοναδικό μέσο από την μεριά του ελέγχου της κυβερνητικής πολιτικής. Βρίσκεται όμως ανήμπορός και έξω από οποιαδήποτε πρόσβαση στην σφαίρα της αγοραιοποίησης των κοινωνικών δικαιωμάτων και αγαθών. Διογκώνεται με τον τρόπο αυτό η ανισότητα στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική σχέση μεταξύ πολιτών και κεφαλαίου. Όσο πιο πολύ αυξάνουν την επιρροή τους οι εταιρικές ολιγαρχίες επάνω σε τομείς των κοινωνικών αγαθών και δημόσιων υπηρεσιών τόσο περαιτέρω περιστέλλονται τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών. Η κυβέρνηση συνδέεται άμεσα με τις εταιρίες και τις εργολαβίες νομοθετώντας τα συμβόλαια , μετατρέποντας έτσι το ανήθικο σε νόμιμο και ο πολίτης εγκλωβισμένος σε μια σχέση υποτελή – πελάτη, με τις εταιρίες να έχουν όλες τις εξουσίες υπέρ τους. Είναι σαφές ότι η κατάσταση αυτή έχει κρίσιμες συνέπειες για την έννοια της δημοκρατίας, στην ουσία περνάμε σε μια εποχή όπου οι δομές της κοινοβουλευτικής “δημοκρατίας” διατηρούνται προσχηματικά (εκλογές-κυβερνήσεις-κοινοβούλια) αλλά στην ουσία πρόκειται για ένα καθεστώς εταιρικής κυβέρνησης ιδιωτών που επιβάλει την θέληση του σε ένα πλήθος χωρίς καμμία πρόσβαση ή εκπροσώπηση στην πολιτική ούτε καν με την έννοια που αυτή διατηρεί στον αστικό κοινοβουλευτισμό. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η πολιτική ανισότητα είναι αναμφισβήτητη. Η εκχώρηση του κράτους στα επιχειρηματικά συμφέροντα (διαχείριση απορριμμάτων, υπηρεσίες της υγείας, παιδείας, συγκοινωνιών, επικοινωνιών, ενέργειας, οικονομικής αρωγής στους ασθενέστερους κ.ά.) καταργεί την ιδιότητα του πολίτη και ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο συγγράφεται, θεσμοθετώντας μια νέα σχέση πολιτικής μεταξύ των εταιριών και των υποτελών-πελατών τους.
άλλη δημοκρατία